Tuesday, November 27, 2007

Στιγμή

Ήταν η δόξα της στιγμής που πήρε την ευθύνη
το παραμύθι κοίμισε κρυμμένες αντιστάσεις
τα όρια του φάσματος δε χώρεσαν σε μνήμη
χρώματα χύθηκαν παντού ζητώντας να τα πλάσεις

συλλογισμένη στο γραπτό που γένναγε η πέννα
στο σηκωμένο μέτωπο αυλάκια τρέχαν σκέψεις
σκιές βροχής κι ανάμνησης στ’ απορημένο βλέμμα
που ψάχνει μάταια να βρει τις παρακάτω λέξεις

ο χείμαρρος του έβενου λουζόταν μεσημέρι
οι λαξεμένες της γωνιές ανάγκη και σαγήνη
τον ήλιο ευχαρίστησα του έσφιξα το χέρι
που ζέσταινε Ακρόπολη εμένα και εκείνη

πλησίασα τη ρώτησα αν σε Θεό πιστεύει
αυτόν που δε μπορεί να δει αλλά μπορεί να νιώσει
που την ανήσυχη καρδιά με φύσηγμα μερεύει
αυτόν που η δόξα της στιγμής μπορεί να φανερώσει

μονάχα αν μου δάνειζε τα μάτια της μπορούσα
να πάω πάλι πίσω εκεί που πρότερα καθόμουν
να καταλάβει πως Θεά ήταν αυτή και Μούσα
αληθινά την έβλεπα μαζί κι ονειρευόμουν.

2 comments:

ψευδο-Lena said...

η δόξα της στιγμής ... όχι η στιγμή της δόξας... άλλο θέμα αυτό
σε διαβάζω
μερκές φορές σε πιάνω, άλλες πάλι όχι

Antoin... said...

Πολύ φοβάμαι πως μόνο εσύ έμεινες να με διαβάζεις. Φταίω κι εγώ φυσικά με τις παπαριές που ανεβάζω.
Στο τσερβέλο μου η στιγμή της δόξας έχει να κάνει με τις πράξεις μας, ενώ η δόξα της στιγμής μάς βρίσκει θεατές αυτών που μας χτυπάνε στο δόξα πατρί.
Ίσως να φταίω κι εγώ γιατί ένας τύπος που μαγεύεται απ' τον μεσημεριανό ήλιο που φωτίζει τα μαλλιά της μελαχρινής, που ίσως να την ζαλίζει κιόλας και να μη μπορεί να συγκεντρωθεί στο γράψιμό της, μόνο τουρίστας μπορεί να είναι και να χαίρεται τη ζέστη.
Ίσως για την ιστορική αλήθεια να έπρεπε να επισημάνω πως σε τέτοιες περιπτώσεις το μαύρο μαλλί βγάζει μπλε ανταύγεις.
Ίσως πάλι ο δεκαπεντασύλλαβος να είναι ξεπερασμένος.
Ίσως καλή ώρα, να με διαβάζουν μόνο ξανθές και να έχω θέμα.
Κατσαρόλες τέλος. Μου υπενθύμιζαν καθημερινά κάτι μυρωδιές θανάτου που μου βασάνιζαν τη μύτη ένα φεγγάρι της ζωής μου.
Η κατάσταση ζορίζει. Μάλλον χρειάζεται να στρογγυλέψω φιλοσοφίες. Ν' αλλοιώσω το -ν- για να μου βγει η εξίσωση.
Υμείς καλά?