Saturday, February 23, 2008

Η αρχή

Είμαι ονειροπόλος. Ναι!

Το ντροπαλό σου βλέμμα είπε
πως θα μιλήσουμε ωκεανούς λέξεις

τ’ άβολά σου χείλη
πως θα λύσουμε Γόρδιους

το μουδιασμένο σου βήμα
πως θα εξαντλήσουμε ηπείρους

ακούραστοι θα ξημερώνουμε τη Γη
στην ίδια πάντα μέρα

αυτήν που το χέρι σου
ταπεινά προς το δικό μου ήρθε

αυτήν που τα μάτια και το χαμόγελό σου
φώτισαν τον Κόσμο

αυτή που η πρώτη μας είναι
μα και στερνή

Friday, February 15, 2008

Το καρφί

Που είσαι καρφάκι μου μικρό
σκουριασμένο, βαμμένο άσπρη μπογιά;

που στήριζες την αποκριάτικη φωτογραφία
όταν δυο χρονώ τα μάγουλα ξεχείλιζαν
απ’ τη στενή κουκούλα της λαγουδοστολής
και συννεφιασμένος ήμουν έτοιμος να κλάψω;

καρφάκι μου
που σήκωνες την έκτη δημοτικού
όταν αγόρια-κορίτσια ντυμένοι ποδιές,
γύρω απ’ το δάσκαλο γελούσαμε χαζά;

καρφί μου…
που άγριος έφηβος
σου φόρτωσα την αφίσα του Morrison

μετά καρφί μου
σε μια σκοτοδίνη σοβαρότητας,
σε βάρυνα με το πρώτο μου Αγγλικό πτυχίο
θυμάσαι;

ευτυχώς το κιτρινωπό χαρτί πήρε δρόμο
ήρθε το πονεμένο μου κορμί στο Καλλιμάρμαρο
και τα κομμένα απ’ τα χιλιόμετρα πόδια
όταν τερμάτιζα τον πρώτο μου Μαραθώνιο

κι ύστερα καρφί μου
φιλοξένησες τη Μαρίνα
που κοιτιόμασταν στα μάτια κι ακουμπούσαμε τις μύτες
στον πορθμό του Ευρίπου

το πρώτο μου αντρικό κλάμα
δεν είχα κουράγιο να στο φορτώσω

ήρθε όμως η ώρα μου να φύγω
ν’ αλλάξω σπίτια, ανθρώπους και λιμάνια

τέλος να γυρίσω πάλι εδώ
στο θώκο με τις αναμνήσεις

έβγαλα την αγαπημένη μου φωτογραφία
Δόκιμος που περνούσα το Port Said
τότε που ο Μισιριανός κουρέας ζήταγε να με κουρέψει
και σαν δεν του καθόμουν, γύρεψε να μου πουλήσει το ψαλίδι

αυτή θέλω να κρεμάσω και ψάχνω να σε βρω
να βλέπω το παρελθόν και να ελπίζω πως υπάρχει μέλλον

που είσαι καρφί μου
ποιος άσπλαχνος σε ξερίζωσε;

Saturday, February 9, 2008

Ράμματα

Ίσως δικαιολογούμαι
αλλά μπορεί και ν’ αληθεύει
μα ότι κι αν ισχύει
πέρασε από σφυρί κι αμόνι
έτυχε πρακτικής εξάσκησης
απουσία πειραματικής ταμπέλας

έγινε αυθόρμητα
με πολλές επαναλήψεις
γιατί έτσι χαζό που είμαι
αργώ να συμπεραίνω
μόνο να βουτάω ξέρω
στα βαθιά νερά
να πίνω το κρασί σου
να σου προσφέρω το ψωμί μου
και να νομίζω ότι
ο δρόμος μας δεν έχει τέλος

μα καρφωμένος στο δικό μου δόγμα
όταν είμαι μέσα σου
να νιώθω πως είμαστε ένα
να σου χαρίζω την καρδιά μου
και να ζητάω τη δική σου
να χτυπάς και να πονάω
να τρως και να χορταίνω
έμειναν τα μάτια μου κλειστά
απ’ τη διττή σου φύση

αυτή που επαναστάτρια
θέλει το πάνω χέρι
που μόνο αν ο εχθρός εκλείψει
θα ξέρει πως νίκησε
τραβά σπαθί
κι όποιον πάρει ο χάρος
παρά με τον αφρό της σκέψης
να διεκδικήσει ό,τι νομίζει

ή την άλλη
που σε θέλει γαλόπουλο
με το καλάμι να σε οδηγώ
κι αφού σκάρτο αξιωματικό με κρίνει
να ψάχνει αλλού για στιβαρή πυγμή

κι επειδή δεν θέλω να σ’ εξουσιάζω
ούτε από κάτω να μ’ έχεις δούλο
παύω από ιστορικό αντικείμενο
αφήνω τους τύπους στο ληξιαρχείο
και την αφάνεια στην ουσία
γιατί gay είναι αργά να γίνω.

Saturday, February 2, 2008

Τοίχος

Ένα σου λέω

στο βάθος τοίχος

όπου κι αν ανήκεις

στη γενιά των εξακοσίων
ή των εκατομμυρίων

στο λούστρο του Μέγαρου
ή στη μουτζούρα

σε σένα μιλάω
σταυροχεριασμένε

τα σκυλιά αλυχτούν

έρημε
αυτοσυναισθηματοδοτούμενε

ως πότε θα τους κουβαλάς στην πλάτη?

πότε το φτυάρι της ψυχής σου θα πιάσει πάτο?

και μετά?

θα βγάλεις κυνόδοντες ή φτερά?